Ενώ ο Τάσος
νεωλκούσε το σκάφος του λόγω της επόμενης τρικυμίας, κοντά του, στον
πίτυκα ενός πεύκου λαλούσε ένα τζιτζίκι και του φαινόταν ότι του μιλούσε με
μελίρρυτα λόγια :"Εσείς, οι άνθρωποι,
θεσιθήρες είστε! Δουλειά, δουλειά, πάντα δουλειά! Σιγά τα
γαίματα! Καλοπέρασε μάλλον με εκδρομές και ταξίδια !" Και τα
έλυτρα του τζιτζίκα επαναλάμβαναν αβάρετα :"
Όπερ έδει δείξαι!"
Tandis que Tasos mettait en cale sèche son bateau en raison de la tempête à venir, près de lui, sur l'écorce d'un pin, chantait une cigale et il lui semblait qu'elle lui parlait avec des mots doux :"Vous, les hommes, vous êtes des arrivistes! Le boulot, le boulot, toujours le boulot! Y a pas lieu de s'en faire! Passe plutôt du bon temps dans des excursions et des voyages!" Et les élytres de la cigale répétaient inlassablement:"C'est précisément ce qu'il fallait démontrer!"