Αφού είχε θαλασσοδερθεί δέκα χρόνια ως απλός οπτήρ και καθώς δεν ήθελε άλλο άλφιτο, μπούχτισε, έμαθε το επάγγελμα του βιβλιοδέτη, ειδικευμένου στις δερματινές βιβλιοδεσίες. Του άρεσε πολύ το βύρσωμα και ο ωκύς και χειροτέχνης τεχνουργός , στο πρόσωπο του οποίου υπήρχε δυσαρμονία που προκαλούσε μια άσχημη λαγωχειλία, ομονοούσε με το αφεντικό και τους ομοταγείς του ανθρώπους.
Après avoir bourlingué dix ans comme simple vigie et comme il ne supportait plus la farine d'orge, il apprit le métier de relieur, spécialisé dans les reliures de cuir. Le revêtement en peau lui plaisait beaucoup et le rapide artisan aux mains habiles, dont la présence d'un vilain bec de lièvre rendait le visage disgracieux, s'entendait parfaitement avec son patron et les gens de son milieu.
Hélène, demain je ne serai pas à la maison, donc je ne pourrai pas faire l' exercice.