Ένα σμήνος από ψαρόνια πέταξε πάνω από το λιμάνι και κούρνιασε στα περίχωρα, πάνω σε μια βελανιδιά που είχε χάσει τα φύλλα της. Ακόμα να φύγει ο χειμώνας και στα βουνά έκανε κρύο. Ο Σέργιος επωφελούνταν από το αίθριο καιρό για να οργώσει το χωράφι του και έχωνε βαθιά μέσα στο χώμα το υνί του αρότρου. Στο αντιτορπιλικό που είχε αράξει την παραμονή στον κόλπο ασχολούνταν η τοιχαρχία σε υπηρεσία , καθώς ένας ντόπιος έβγαλε την αγκύλη των παλαμαριών από τις δέστρες της προκυμαίας. Ύστερα από λίγο το πλοίο έφθασε στα ανοιχτά. Ούπω ετοίμασε το φαγητό ο μάγειρας του αντιτορπιλικού, προς το παρόν κοπάνιζε σχόρδο σ΄ ένα μεταλλικό ιγδίον, ενώ ο βοηθός του καθάριζε πατάτες μαζεμένες σε μια σπυρίδα.
Un vol d'étourneaux survola le port et se jucha aux alentours, en haut d'un chêne qui avait perdu ses feuilles. L'hiver n'était pas encore fini et sur les montages il faisait froid. Serge profitait du temps ensoleillé pour labourer son champ et le soc de la charrue s'enfonçait profondément dans la terre. Sur le destroyer qui s'était ancré la veille dans la baie s'activait la section de service, tandis qu'un habitant ôtait la boucle des amarres des bittes de la jetée. Un peu plus tard le bateau gagna le large. Le cuisinier du destroyer n'avait pas encore fini de préparer le repas, pour le moment il broyait de l'ail dans un mortier métallique, tandis que son aide épluchait des pommes de terre rassemblées dans une corbeille ronde.