“Το Χελιδόνισμα τῆς Ρόδου”
Τὸ χελιδόνισμα τῆς Ρόδου, ἕνα ἀνώνυμο δημῶδες ᾆσμα, παραδίδεται ἀπὸ τὸν Ἀθήναιο (ἀκμή: πέρ. 200 ΜΧ.), ὁ ὁποῖος ἀντλεῖ τὶς πληροφορίες του ἀπὸ τὸ ἔργο Περὶ τῶν ἐν Ρόδῳ θυσιῶν τοῦ ἱστοριογράφου Θέογνη, πού δὲν γνωρίζουμε πότε ἔζησε. Τὸ ᾆσμα εἶναι πιθανῶς πολὺ παλαιότερο, ἐνδεχομένως παλαιότερο καὶ ἀπὸ τὸν 5ο αἵ. ΠΧ., ἀφοῦ ὁ Ἀριστοφάνης φαίνεται νὰ ἔχει ὑπόψη τοῦ κάποιο χελιδόνισμα. Τὸ τραγουδοῦσαν παιδιὰ πού πήγαιναν ἀπὸ σπίτι σὲ σπίτι τὸν μήνα Βοηδρομιώνα (πέρ. 15 Φεβρουαρίου-15 Μαρτίου), δήλ. ὅταν ἔρχονταν τὰ χελιδόνια, οἱ προάγγελοι τῆς ἄνοιξης. Στὰ παιδιὰ ἔδιναν γλυκίσματα, ἄλλα φαγώσιμα ἢ ἀκόμη καὶ κρασί.
ἦλθ', ἦλθε χελιδὼν
καλὰς ὧρας ἄγουσα,
καλοὺς ἐνιαυτούς,
ἐπὶ γαστέρα λευκά,
ἐπὶ νῶτα μέλαινα.
παλάθαν σὺ προκύκλει
ἐκ πίονος οἴκου
οἴνου τε δέπαστρον
τυροῦ τε κάνυστρον.
καὶ πυρῶν
ἁ χελιδὼν καὶ λεκιθίταν
οὐκ ἀπωθεῖται. πότερ' ἀπίωμες ἢ λαβώμεθα;
εἰ μέν τι δώσεις· εἰ δὲ μή, οὐκ ἐάσομεν,
ἢ τὰν θύραν φέρωμες ἢ θοὐπέρθυρον
ἢ τὰν γυναῖκα τὰν ἔσω καθημέναν·
μικρὰ μέν ἐστι, ῥᾳδίως νιν οἴσομες.
ἂν δὴ φέρῃς τι,
μέγα δή τι φέροιο.
ἄνοιγ' ἄνοιγε τὰν θύραν χελιδόνι·
οὐ γὰρ γέροντές ἐσμεν, ἀλλὰ παιδία.
Ἀπόδοσις
Ἦλθε τὸ χελιδόνι ἦλθε
φέρνει τὶς καλοκαιριὲς
καὶ χαρούμενες χρονιές,
κάτασπρη ἔχει τὴν κοιλιά,
μαύρη τὴν οὐρά.5
Ρῖξε συκοπιταρίδα
ἀπὸ τὸ ἀρχοντικό σου,
φέρε κύπελλο κρασὶ
καὶ κανίστρι μὲ τυρί.
Καὶ τὸ ξεροκόμματο,10
μὰ καὶ τὸ αὐγόψωμο
ἀγαπᾷ τὸ χελιδόνι. Νὰ τοῦ δίνουμε ἢ θὰ καλοχεριστοῦμε;
Ἂν μᾶς δώσεις -Ἂν μᾶς ἀρνηθεῖς, ἡσυχία δὲν θὰ βρεῖς
ἢ θὰ ἁρπάξουμε τὴν πόρτα ἢ τ? ἀνῶφλι της
ἢ τὴ νοικοκυρὰ πού 'ναὶ μὲς στὸ σπίτι•15
εἶναι μικροκαμωμένη, εὔκολα σηκώνεται.
Ἂν θὰ μᾶς φιλοδωρήσεις, νὰ 'ναι κάτι πού ἀξίζει.
Ἄνοιγε, ἄνοιγε τὴ θύρα στὰ χελιδονάκια•
δὲν εἴμαστε δὰ γέροι, εἴμαστε παιδιά.