Με την ανοιξιάτικη ευδία, ο τορπιλάκατος ταξίδευε προς την Ασία και το απόγευμα αγκυροβόλησε στ΄ ανοιχτά, όχι μακριά από το λιμάνι του Άντεν. Εκεί ένας ναυτικός από την τοιχαρχία που μόλις σχόλασε τη πρωινή βάρδια, με την άδεια του πλοιάρχου, πήγε με κάποιους φίλους σε μια παννιχίδα που είχε στο λιμάνι. Ήπιαν ως την αυγή και, μισομεθυσμένοι, μπήκαν μέσα σ΄ ένα σπίτι. Ο ένας απ΄ αυτούς, ένα κνώδαλο, έβαλε φωνές, τη φωνή του σκωπός την οποία μιμούνταν θαυμάσια. Ύστερα από λίγο εμφανίστηκε πανοικεί ο οικοδεσπότης, ένας καλοσυνάτος μετρονόμος, που αυθόρμητα τους κέρασε ένα τσάι Κεϋλάνης και λουκούμια.
Avec la douceur printanière, le torpilleur faisait route vers l'Asie et l'après-midi jeta l'ancre au large, non loin du port d'Aden. Là un marin de l' équipe de quart qui venait de terminer sa garde matinale, avec la permission du capitaine de vaisseau, alla avec quelques amis à une fête nocturne qui avait lieu au port. Ils burent jusqu'à l'aube et, à moitié ivres, pénétrèrent dans une maison. L'un d'eux, un bon à rien, poussa des cris, celui de la chouette qu'il imitait à merveille. Peu après apparut le maître de maison avec toute sa famille, un métrologiste apaisant, qui spontanément leur offrit un thé de Ceylan et des loukoums.