Η ροϊκή ταχύτητα του ποταμιού δε φόβιζε τον ψαρά και χώθηκε ως τη μέση στο ρεύμα. Μέσα στα χαράματα διέκρινε ένα διάττοντα αστέρα που του φάνηκε ότι είχε εξαφανιστεί στο νερό. Ο πατέρας του έλεγε συχνά πως οι άνθρωποι είναι ανίδεοι για την ένταση της ροής, και να προσέχει. Σε λίγο ένιωσε τα πόδια του να μουδιάζουν, τουτέστιν λυσιμελή νάρκωση. Προς επίρρωσιν της ισορροπίας του, χρησιμοποιούσε το ψαροκάλαμό του ως μπαστούνι, αλλά το πόδι του γλίστρησε σ΄ ένα βότσαλο κι έβγαλε μια διάτορη κραυγή.
La rapidité du flot de la rivière ne faisait pas peur au pêcheur et il s'enfonça jusqu'à la taille dans le courant. Au petit jour il distingua une étoile filante qui lui sembla disparaître dans l'eau. Son père lui disait souvent que les gens méconnaissent la violence du courant, et d' être vigilant. Peu après il sentit ses jambes s'engourdir, comme une anesthésie qui coupe les jambes. Pour renforcer son équilibre il se servait de sa canne à pêche comme d'une canne, mais son pied glissa sur un galet et il poussa un cri perçant.