Τα δύο παιδιά προχωρούσαν με μεγάλα βήματα στο ξέφωτο προς το δάσος όπου ήταν σίγουρα ότι θα μάζευαν πολλά μανιτάρια, όταν είδαν να σκαρφαλώνει σε μια άμισχη δρυ ένα είδος μορμολυκείου. Τους φαινόταν εξώλες το τέρας, τόσο πολύ τεράστιο ήταν. Ούτως ή άλλως δεν έπροκειτο να κάνουν ένα βήμα μπρος, τα τρόμαζε το ζώο, και μονοκονδυλιά γύρισαν πίσω γρήγορα. Μόλις δίεκριναν, λαχανιασμένα, το σπίτι τους, το μεγαλύτερο ξεφώνισε: "Δόξα εν τοις υψίστοις Θεώ."
Les deux enfants progressaient à grands pas dans la clairière, dans la direction du bois où ils étaient certains de cueillir beaucoup de champignons, lorsqu'ils virent grimper dans un chêne sessile un être cauchemardesque. Le monstre leur semblait pernicieux, tellement il était énorme. D'une manière ou d'une autre il n'était pas question qu'ils fassent un pas de plus, ils étaient terrifiés par la bête, et ils rebroussèrent chemin à toute allure. Dès que, essoufflés, ils aperçurent leur maison, le plus âgé s'écria: "Gloire à Dieu au plus haut des cieux!"
Dernière édition par Yves le Sam 10 Oct - 22:16, édité 1 fois