Ο στρατιώτης Ριγού ευχήθηκε καλό κατευόδιο σ΄ έναν αδειούχο, τον φίλο του και αυθωρεί και παραχρήμα συγκεντρώθηκε στη δουλειά του. Ήταν στην υπηρεσία ωνίων στο στρατό και, γονυπετής μπροστά σ΄ ένα μεγάλο καλάθι, μάζευε το έωλο ψωμί για τα ζώα. Δούλευε χωρίς να σκεπτέται, αυτός που ήταν ένας εμβριθής σχολιαστης. Ήταν το καλύτερο που είχε να κάνει, διαφορετικά κινδύνευε να γίνει έκφρων.
Le soldat Rigou souhaita bon voyage à un permissionnaire, son ami, et immédiatement se mit au travail. Il était au service de l'intendance à l'armée et, agenouillé devant une grande corbeille, il triait le pain rassis pour les animaux. Il travaillait sans penser, lui qui était un commentateur à l'esprit pénétrant. C'était la meilleure chose qu'il avait à faire, autrement il risquait de devenir fou.