Από το πρωί διεξαγόταν στην πόλη μία δίκη κατ΄ αντιμωλίαν. Ο κατηγορούμενος ήταν πλούσιος ανώτερος διοικητικός υπάλληλος, ένας θεσιθήρας, έλεγαν πλειστάκις οι φήμες. Κατακρινόταν για την αδιαφορία που είχε δείξει, ενώ η άμαξά του συγκρούστηκε μ΄ έναν διαβάτη. Αντί να σφίξει τους σκύτινους ρυτήρες για να σταματήσουν τα άλογα, είχε προχωρήσει το δρόμο του. Συνεπώς το όχημα είχε παρασύρει το θύμα στα ρήγματα του εδάφους και το είχε ρέψει.
Depuis le matin se déroulait un procès en présence des deux parties. L'accusé était un riche haut-fonctionnaire de l'administration, un arriviste, disait la rumeur. Il était blâmé pour l'indifférence qu'il avait montrée, alors que sa calèche avait heurté un passant. Au lieu de tirer sur les rênes en cuir pour que les chevaux s'arrêtent, il avait poursuivi sa route. Par conséquent le véhicule avait traîné la victime sur les fissures du sol et l'avait complètement épuisée.