Από παιδί ήταν μοσχαναθρεμμένο από πλούσιους και δραχμοφονιάδες γονείς
που εξόρυσσαν κιννάβαρι. Λίγο δρένιο, το αγόρι ήθελε πάντα να μπει μέσα στον κλωβό των καναρινιών ο ταώς της οικογένειας. Αλλά το περήφανο πτηνό, εμφανώς, έστριβε εγγλέζικα, τότε το παιδί άρχιζε να στριγγλίζει, ώσπου να έρθει να το παρηγορήσει με φιλιά και παγωτά η μητέρα του....Μεγάλωσε και ο πατέρας του, απελπισμένος, κατέληξε να του αναθέσει τη δουλειά κλειδούχου σε μια πολυκατοικία που κατείχε στην πόλη.
Depuis l'enfance il était choyé par des parents riches et pingres qui exploitaient des mines de cinabre. Légérement écervelé, le garçon voulait toujours que le paon de la famille entre dans la cage des canaris. Mais le fier volatile, manifestement, filait à l'anglaise, alors l'enfant se mettait à hurler jusqu'à ce que sa mère vienne le consoler avec des baisers et des glaces... Il devint adulte et son père, désespéré, finit par lui confier le travail de gardien des clefs dans un immeuble qu'il possédait en ville.