Ο Αριστοτέλης ήταν μετρονόμος στον Πειραιά και υπερηφανευόταν για το επάγγελμά του που είχε να φυλάσσει τους μετρητές και να ελέγχει τις συναλλαγές των εμπόρων. Μια φορά έπιασε επ΄ αυτοφόρω ένα μανάβη, κνώδαλο ήταν, που εξαπατούσε τους πελάτες. Ο Αριστοτέλης , γνωστός για τον οίστρο του, του είπε :"Ξέρεις πως μόνο οι ήρωες και οι τίμιοι άνθρωποι θα περνάνε τη μετά θάνατον τους ζωή στα ηλύσια πεδία; Για κακή σου τύχη, που προτιμάς να οκνείς παρά να δουλεύεις σκληρά και τίμια, φοβήσου την θείκή οργή και μην τελειώσεις λωβιάρης.". Τότε, από φόβο, ο μανάβης άφησε να πέσει τον ηθμό που κρατούσε στο δεξί του χέρι.
Aristote était métronome au Pirée et fier d'exercer son métier qui consistait à surveiller les poids officiels et à contrôler les transactions des commerçants. Une fois il prit sur le fait un épicier, un homme de rien, qui dupait les clients. Aristote, connu pour sa verve, lui dit:"Sais-tu que seuls les héros et les gens honnêtes passeront leur vie après la mort aux champs élyséens? Malheureusement pour toi, qui préfères paresser plutôt que travailler durement et honnêtement, crains la colère divine et de finir lépreux." Alors, de peur, l'épicier laissa échapper le filtre qu'il tenait dans sa main droite.