Σ΄ αυτό το κτήμα, τη νύχτα, συνέβαινε τάχα ένα παράξενο περιστατικό. Μια πανοπλία πολεμιστή με
φολίδες ανέβαινε τα σκαλιά του τριώροφης μονοκατοικίας και σταματούσε μπροστά στην πόρτα του
υπερώου. Τότε χτυπούσε την πόρτα κι έδινε ένα
λαγήνι νερό στην υπηρέτρια που κοιμόταν εκεί πάνω. Ήταν ένα
αβαυκάλιστο κορίτσι, το οποίο δεν εντυπωσίαζαν τέτοια θέματα
ήσσονος σημασίας. Ήξερε ότι η πανοπλία συμβόλιζε για τους ιδιοκτήτες ένα
κτήμα ες αεί,
όπερ έδει δείξαι. Σε όλους τους δεισιδαίμονες του χωριού έλεγε πως τη σκούπιζε καθημερινά, της μιλούσε ήρεμα και πότε πότε ο πρόγονος που ήταν μέσα της έβγαζε το κράνος του και του χαμογελούσε.
Dans cette propriété, la nuit, survenait, paraît-il, un incident étrange. Une armure à écailles de guerrier montait les escaliers de la maison à trois étages et s'arrêtait devant la porte de la soupente. Alors elle frappait à la porte et donnait une cruche d'eau à la domestique qui dormait là-haut. C'était une fille qui ne s'en laissait pas conter, que n'impressionnaient pas de tels sujets de moindre importance. Elle savait que l'armure représentait pour les propriétaires un bien impérissable, ce qui était à démontrer. A tous les superstitieux du village elle disait qu'elle l'époussetait chaque jour, lui parlait calmement et que de temps en temps l'ancêtre qui était à l'intérieur ôtait son casque et lui souriait.Dernière édition par Yves le Sam 9 Aoû - 21:14, édité 1 fois