Φαινόταν ότι κοιμόταν, έτσι μπρούμυτα, κάτω από το προστώο του θεάτρου, μ΄ ένα αρίγωτο χαρτί στο χέρι. Κι όμως θυμόταν, λες και γύριζε μια ταινία προς τα πίσω, τα νιάτα του, εκείνα τα χρόνια που χοροπηδούσε στους δρόμους σαν ρίφι. Τότε δε χρειαζόταν κοθόρνους για να διαβή τον Ρουβίκωνα. Αλλά ξαφνικά αγγελοκρούστηκε και ξεψύχησε. Από στιγμή σε στιγμή θα συναντιόταν με τον Κάτω Κόσμο, τον Έρεβο.
Il semblait dormir, ainsi à plat ventre, sous le porche du théâtre, un papier sans rayures à la main. Et pourtant il revoyait, comme un film qui se déroulait à l'envers, sa jeunesse, ces années où il gambadait sur les routes comme un chevreau. Il n'avait pas besoin alors de cothurnes pour franchir le Rubicon. Mais soudain il vit l'ange de la mort et rendit l'âme. D'un instant à l'autre il entrerait en contact avec le Monde d'en Bas, l' Erèbe.