Ο Αθανάσιος είναι ένας βουνίσιος άνθρωπος. Ζει μόνος του, εγωπαθώς, και ενεργεί κατά το δοκούν. Συχνά πίνει πολύ και μεθάει, τότε το προτιμότερο είναι να του κλείσεις την πόρτα σου κατάμουτρα, γιατί λες και ήταν ένας ταύρος εν υαλοπωλείω. Την άλλη μέρα, τριγυρνάει εκατέρωθεν στο χωριό, σαν να αισθανόταν μια μεγάλη ντροπή, αγοράζει ένα μπουκαλάκι από το ευκλεές ελβετικό ποτό με ορόγαλα και πηγαίνει να καθίσει σ΄ ένα έπαρμα του εδάφους, απέναντι από την εκκλησία. Εκεί πίνει και αποκοιμιέται.
Athanase est un montagnard. Il vit seul, égoïstement, et agit comme bon lui plaît. Souvent il boit beaucoup et s'enivre, alors il est préférable que tu lui fermes ta porte au nez, car il se comporte comme un éléphant dans un magasin de porcelaine. Le lendemain, il erre a droite et à gauche dans le village, comme s'il ressentait de la honte, il achète un petite bouteille de la célèbre boisson suisse faite avec du sérum lactique et va s'asseoir sur une bosse de terrain, en face de l'église. Là il boit et s'endort.