Αφού και πιο έντονα πάσχει από(υποσμία), ο γείτονάς μου δεν μπορεί πια να (επιχρίσει) τους τοίχους των σπιτιών, οι χημικές ουσίες που περιέχουν ο γύψος και τα χρώματα είναι η αιτία που έγινε η πάθησή του. (Ομού), με την οικονομική κρίση, μόλις βγήκε στην ανεργιά η γυναίκα του. Μια τωρινή (συντυχία) μαζί της στη λαϊκή της δίνει την ευκαιρία να μου το πει. (Ενθένδε), (καίπερ) αφουγκράζομαι τα λόγια της, ρίχνω μια ματιά στο κόκκινο (λειρί) του ατύχου πετεινού που στριφογυρίζει στο κλουβί του και κοντεύει να πεθάνει. Τότε σκέφτομαι ότι μπορεί να ανοίξει κάποτε η τύχη των γειτώνων μου και η δική μας.
Comme il souffre de plus en plus fort d'une déficience de l'odorat, mon voisin ne peut plus enduire les murs des maisons, les substances chimiques que contiennent le plâtre et les peintures sont responsables du malaise qui l'affecte. Parallèlement, avec la crise économique, sa femme vient d'être mise au chômage. Aujourd'hui, une rencontre fortuite au marché lui donne l'occasion de me le dire. D'ici même, quoique j'écoute attentivement ses paroles, je jette un coup d'oeil sur la crête rouge du pauvre coq qui tourne en rond dans sa cage et qui va bientôt mourir. Je pense alors que peut-être un jour la chance sourira à mes voisins et à nous aussi.