Ήταν καθ΄ έξιν άνθρωπος του θύσαι και απολέσαι. Όταν μύρισε την βρομερή οσμή του φαγητού, που ήταν ένα σωστό νεροζούμι μέσα στο οποίο αναδύονταν δύο τρία κρόμμυα κι ένα κομματάκι κουραμάνα, έριξε την καραβάνα του στο πρόσωπο του υπάλληλου από το οποίο έσταζε ολούθε το υγρό, τον απείλησε με το τεντωμένο του γρόνθο και ξέφυγε από τον καταυλισμό, περνώντας μέσα από ταρσώματα.
C' était par nature une personne prête à tout. Lorsqu'elle sentit l'odeur puante du repas, qui était un véritable rata dans lequel surnageaient deux ou trois oignons et un petit morceau de pain de guerre, elle jeta sa gamelle au visage du serveur duquel dégoulinait de partout le liquide, le menaça de son poing tendu et s'échappa du bivouac, en passant à travers des claies qui retenaient des talus.