Όλοι τους ήταν άνθρωποι του
θύσαι και απολέσαι, και από τα περίχωρα ως τους μακρινούς τόπους η εμφάνισή τους ήταν μια σωστή
νεφελοκοκκυγία. Λίγοι ήταν αυτοί που είχαν αντικρίσει το ιστιοφόρο των κουρσάρων, με τα ολόμαυρά του πανιά, τον
οπτήρα, δήθεν ένα σαμιαμίδι καθισμένο
οκλαδόν στη βίγλα και ιδίως τον
πρωρέα, ψημένο από το
λιοπύρι και ανελέητο. Κυκλοφορούσε μια φημή που έλεγε πως κάποια άγρια ζώα, τα αγριογούρουνα, οι
νεβροί και οι λαγοί μυρίζονταν πριν από τους ανθρώπους την παρουσία του ιστιοφόρου και χώνονταν.
Tous étaient des scélérats, et des environs jusqu'en des endroits lointains leur apparition était un véritable fantasme. Peu nombreux étaient ceux qui avaient aperçu le voilier des corsaires, avec ses voiles toutes noires, la vigie, un bout d'homme assis soi-disant en tailleur sur sa plate-forme, et surtout le maître d'équipage, grillé par le soleil torride et impitoyable. Circulait une rumeur qui disait que certains animaux sauvages, les sangliers, les faons et les lièvres flairaient avant les humains la présence du voilier et se terraient.