Ανήκε στο εξώλες γένος και δεν ήξερε πού να πάει σ΄ εκείνη τη γη που δεν ήθελε να το φιλοξενήσει. Ήταν όμως χοϊκός άνθρωπος, όπως ο πασαένας. "Ούτως ή άλλως, ερρίφθη ο κύβος", είπε στον εαυτό του. Είχε κουραστεί να περπατάει ολήμερα και κάθισε κοντά στην όχθη μιας λίμνης, κάτω από τη σκιά ιτίας. Έριξε μια ματιά ολόγυρα και σκεπτόταν από μέσα του :"Όμορφη είναι πάντως η γη, θα έχει κάπου μια θέση για μένα, μ΄ αρέσει ο τόπος αυτός, με τις πολλές πίτυες στην άκρη της λίμνης, τους ερωδιούς που ψαρεύουν δυο βήματα από εδώ, τους ζοχούς τους οποίους λιγουρεύονται τα κουνέλια." Άνετος, ακούμπησε τη παλάμη χάμω και μπήκε μέσα μια σκλήθρα. Αναπήδησε και είδε πίσω του ένα εναρριχητικό φυτό, τη διανθή βρυωνία. Φοβήθηκε και σηκώθηκε, ψιθυρίζοντας:" Ουφ! Το γογγύλι του διαβόλου, καθώς λένε στη Γαλλία! Τελικά, αφιλόξενη είναι η γη!"
Il appartenait à la nation maudite et ne savait où aller sur cette terre qui ne voulait pas l'accueillir. Il était pourtant un homme fait de terre comme tout un chacun. "De toute façon les dés sont jetés", se dit-il. Il s'était fatigué à marcher tout le jour et il s'assit près de la rive d'un lac, à l'ombre d'un saule. Il jeta un coup d'oeil circulaire et pensait en silence:"La terre est belle quand même, il doit y avoir quelque part une place pour moi, ce coin me plaît, avec les nombreux pins pignon au bout du lac, les hérons qui pêchent à deux pas d'ici, les laiterons dont sont friands les lapins." Décontracté, il posa la paume de la main par terre et une écharde y pénétra. Il sursauta et vit derrière lui une plante grimpante, la bryone dioïque. Il prit peur, se leva en murmurant:" Horreur! Le navet du diable, comme on dit en France! En définitive la terre est inhospitalière!"