Hélène, tu as remis les mêmes mots que précédemment !
Ξαφνικά το
έρμα του υποβρυχίου προσέκρουσε σε ύφαλο και ο Γιάννης δεν άντεξε να ξεφωνίσει. Ήταν σε κατάσταση απελπισίας κι όμως θυμήθηκε τον κανονισμό που έλεγε πως σ΄ αυτή την περίπτωση
απάδει το αλάφιασμα. Κοίταξε στο χώρισμα τη φωτογραφία της Μαρίας, είχαν συναντηθεί τυχαία κοντά σε μια
κρήνη όπου ξεδιψούσε ένα κοράκι που , ξαφνιασμένο, έβγαλε
κρωγμό και πέταξε. Η κοπέλα
ολόλυζε κι αυτός, εκ φύσεως
στωμύλος,την είχε παρηγορήσει. Τώρα ήταν παντρεμένοι. Του ήρθε να την ξεχάσει, στο κάτω κάτω ήταν ακόμη
άπαιδοι, εάν εξαφανιζόταν με το υποβρύχιο, η Μαρία θα μπορούσε να ξαναφτιάξει τη ζωή της.
Soudain le ballast du sous-marin heurta un haut-fond et Jean ne put s'empêcher de pousser un cri. Il était dans une situation désespérée et pourtant il se souvint du réglement qui disait qu' en pareil cas l'affolement n'est pas de mise. Il regarda sur la cloison la photo de Maria, ils s'étaient rencontrés par hasard près d'une fontaine où se désaltérait un corbeau qui, surpris, croassa et s'envola. La jeune fille se lamentait et lui, par nature beau parleur, l'avait consolée. Maintenant ils étaient mariés. Il eut envie de l'oublier, après tout ils n'avaient pas encore d'enfants, s'il disparaissait avec le sous-marin, Maria pourrait refaire sa vie.Dernière édition par Yves le Mer 28 Nov - 22:47, édité 1 fois