Από καιρό το παιδί κουνιόταν τη νύχτα στο (κλινάρι) του. Η μητέρα του ανακάλυψε τυχαία η αιτία, οι ρινικές κοιλότητες του ήταν γεμάτες κοκκιώματα. Η γυναίκα ήταν μάλλον αισιόδοξη, αν και θεωρούσε ότι υπήρχαν (ανυπέρβλητα) εμπόδια και (φρούδες) ελπίδες στη ζωή, και ότι αυτό που είχε σημασία δεν ήταν το όνομα αυτής της αρρώστειας, εν τοιαυτή περίπτωση, η (κοκκιωμάτωση), αλλά η υγιεία του παιδιού της. Ήταν της άποψης ότι πρώτα απ΄ όλα άξιζε η αποτελεσματικότητα, παρά να είναι (αβαυκάλιστος) άνθρωπος. Εμπιστευόταν το ένστικτό της και τις βοτανολογικές γνώσεις. Λοιπόν κοπάνισε σ΄ ένα γουδί τρία βότανα, τα έβαλε σ΄ ένα πήλινο (λαγήνι) που άφησε λίγες ώρες κοντά στο αναμμένο τζάκι και μετά άλειψε δυο φορές το εσωτερικό της μύτης του παιδιού. Μια εβδομάδα αργότερα είχαν εξαφανιστεί τα κοκκιώματα , υπολείπονταν κάτι (φολίδες.)